Όταν ήμουν στο δημοτικό σχολείο, κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου, όμως, όλοι έπλεκαν -συμπεριλαμβανομένων και του διευθυντή, του δάσκαλου, και όλης της ποδοσφαιρικής ομάδα. Πλέκαμε τετράγωνα 9 ιντσών, τα οποία κάποιος άλλος τα ένωνε για να κάνει κουβέρτες και κασκώλ για του Βρεττανούς στρατιώτες. "Πλέκοντας για την Βρεττανία", ονομαζόταν. Οι ξύλινες βελόνες ήταν μεγάλες και χονδροκομμένες, δεν κάναν για τίποτε άλλο. Ήταν μια μηχανική ενασχόληση δυο καλή-δυο ανάποδη, όπως το να βοηθάς στο κοτέτσι ή να φτυαρίζεις το χιόνι. Αλλά ήταν καιρός πολέμου τότε, έτσι όλοι κάναμε επιπλέον πράγματα.
Στον τοίχο της βιβλιοθήκης του σχολείου υπήρχε κρεμασμένη μια φωτογραφία με τα γήπεδα που είχαν φυτρώσει με στάχυα την εποχή του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου. Δεν είχαμε χρεωθεί όπλο, ούτε διδαχτήκαμε να πυροβολούμε ή να περματάμε με βηματισμό όπως οι πατεράδες μας. Το Περλ Χάρμπορ ήταν μερικούς μήνες μακριά, και δεν είχαμε προετοιμαστεί να κάνουμε τίποτε ακόμη.
Μερικά αγόρια είχαν παθιαστεί και έπλεκαν τεράστια μονοκόματα κασκώλ 12 ιντσών για τον εαυτό τους. Αλλά οι περισσότεροι ήμασταν ευχαριστημένοι να ξεπετάξουμε 1-2 τετράγωνα τη φορά και να πετάξουμε το πλεκτό στον κάδο. Δεν ξέρω ποιός προμήθευε το μαλλί.
Δεν θεωρούσα πλέξιμο αυτό που κάναμε. Φαινόταν τόσο άτσαλο σε σύγκριση με αυτό που έκανε η «θεία» Μάργκαρετ, η δεύτερη γυναίκα του παππού μου. Μια κομψή διαζευγμένη στην ηλικία της μητέρας μου, ήταν η πλέκτρια της οικογένειας – γνωστή για την ικανότητα της να φτιάχνει τον αστράγαλο μιας κάλτσας βλέποντας ταινία στο σινεμά. Έπλεκε δικά της σχέδια για τους άνδρες της οικογένειας. Ποτέ δεν έφτιαχνε απλά ένα ζευγάρι κάλτσες, μονόχρωμες. Αν χρησιμοποιούσε ένα χρώμα, τότε θα υπήρχαν πλεξούδες να αναρριχώνται στα πλάγια, όπως τα φασόλια γύρω από έναν πόλο, ή κάποιο άλλο σχέδιο.
Οι περισσότερες από τις κάλτσες της αποτελούνταν από πολλά χρώματα: γκρι και κίτρινα καρώ πάνω σε ένα μαύρο πεδίο ήταν το σχέδιο που έκανε για μένα. Μερικές είχαν εικόνες επάνω: βάρκες, καπέλα, ένα ποτήρι με ένα άχυρο και ένα κεράσι πάνω. Όταν φορούσες αυτές τις κάλτσες, ήξερες ότι έιχες κάτι εξαιρετικό και πρόσεχες να τις κρατάς ίσιες. Για να μην σακκουλιάζουν, φορούσες καλτσοδέτες.
Μέχρι την άνοιξη του 1942, δεν είχαμε μόνο τάγματα εργασίας –εγώ ήμουν στην εξωτερική συντήρηση, που ήταν πολύ καλύτερα από το τάγμα του κάρβουνου- αλλά ήμασταν επίσης σε πίνακες αναμονής για σίτηση και ατμό. Το αέριο, η ζάχαρη, το κρέας και πολλά άλλα πράγματα είχαν μειωθεί. Το να πηγαίνω από το σπίτι στη Φιλαδέλφια στο σχολείο έξω από την Βοστώνη και πίσω στο σπίτι, ήταν δυο φορές πιο δύσκολο εξαιτίας όλων αυτών των στρατιωτών και ναυτών , που ταξίδευαν στα τραίνα.
Ο επόμενος χρόνος ήταν ακόμη πιο δύσκολος. Υπήρχαν παρωδίες αεροπορικών επιδρομών, αρκετά ρεαλιστικές για να ληφθούν σοβαρά, επειδή υπήρχε κοντά μια μεγάλη στρατιωτική βάση. Εντοπίζαμε αεροπλάνα πό τη στέγη του σχολείου (ήταν πάντα συναρπαστικό να είσαι επάνω στη στέγη) και τηλεφωνούσαμε για την προέλευση τους και την κατά προσέγγιση θέση τους. Με υποβρύχια να έχουν θεαθεί από την Ανατολική Ακτή, η ιδέα των γερμανικών αεροπλάνων να βομβαρδίζουν το σχολείο έμοιαζε πολύ λίγο παράλογη.
Και ήταν και όλοι οι βαθμοφόροι, οι καπετάνιοι και οι ανώτεροι, που επέστρεφαν από το μέτωπο με άδεια, ηρωικοί με τις στολές τους. Ο πόλεμος σήμαινε να οδηγείς το αυτοκίνητο γρήγορα διασχίζοντας το γήπεδο, ή να ξυπνάς στη μέση της νύχτας και να κατεβαίνεςι κάτω στο υπόγειο με τις πυτζάμες σου, την ρόμπα και τις παντόφλες, κρατώντας την αναπνοή σου στο σκοτάδι και ακούγοντας τον δυσοίωνο ήχο των αεροπλάνων.
«Το πλέξιμο για τη Βρεττανία» έγινε αρκετά ανταγωνιστικό. Ποιός μπορούσε να πλέξει πιο γρήγορα, ή να κάνει το μακρύτερο κασκώλ, ή να κάνει τον περισσότερο θόρυβο με τις βελόνες του; Αρκετοί από μας πήραν το πλέξιμο στα σοβαρά και εφτιαχναν κάλτσες, πουλόβερ και καπέλα. Πλέκαμε στο κρεββάτι αφού σβήναν τα φώτα, και μερικοί από μας ακόμη πιο κρυφά στο παρεκκλήσι. Τελικά ο δάσκαλος αναγκάστηκε να λάβει μέτρα για να περιορίσει τη δραστηριότητα.
«Το πλέξιμο για τη Βρεττανία» ήταν μια διαφυγή από τις πιο σοβαρές δουλειές. Υποψιάζομαι, ίσως θεραπευτικό, μια εποχή που η ζωή είχε γίνει τόσο μπερδεμένη. Αλλά κανένας ποτέ δεν θεώρησε περίεργο ότι ένα σχολείο με 200 παιδιά θα έπρεπε να είναι απασχολημένο ξοδεύοντας τις ώρες με τέτοια δραστηριότητα.
Και βεβαίως κανένας ποτέ δεν δήλωσε ότι ήταν ανάρμοστο για μας να κάνουμε «γυναικεία» δουλειά. Αυτο το ζήτημα, σε εκείνη την εποχή υποτιθέμενης κατοχής, ποτέ δεν προέκυψε.
άρθρο της "the christian science monitor" στην έκδοση της 05/12/ 1997 από τον Clinton W. Τrowbridge
Αρχισα να διαβαζω......μετα απο λιγες γραμμες γυρισα επανω να ξαναδω την φωτογραφια στο προφιλ....... δεν μπορει λεω δεν διαβασα ολες τις λεξεις και θα μου εφυγε καπως το νοημα.....
ReplyDeleteπροχωραω παρακατω......
εχω την επιθυμια να παω αμεσως στο τελος για να αφησω το σχολιο μου που θα ελεγε οτι για γενηθησα πριν το ΄42 φαινεσαι πολυ νεοτερη.....
και τοτε ειδα οτι ειναι αρθρο καποιας αλλης που σιγουρα δεν ειναι σχετικα τοσο νεα.
Επιτελους καταλαβα κι ετσι ξαναπηρα απο την αρχη και διαβασα σωστα αυτη την φορα.
χαχαχα είπαμε βρε αλλά όχι κι έτσι!!πολύ με γέρασες! ούτε η μαμά μου δεν είχε γεννηθεί το 42 ακόμα!;-)
ReplyDeleteΚαλά μερικές φορές είμαι "αλλού για αλλού" μην δίνεις σημασία παιδί μου, πήγα μετα στο προφίλ σου και μεγέθυνα την φωτογραφία σου οχι μονο δεν εισαι τοσο μεγαλη αλλά εχεις και υπέροχο σωμα καλε.
ReplyDeleteΑντε τελος μ΄αυτα.
Ειδες για τον καφε??????
Μου αρεσει πολυ η πράσινη μπλούζα, εχεις και το σχέδιο?
Αυτό το κείμενο κρύβει μεγάλη νοσταλγία κι ένα μικρό παράπονο για πράγματα που πέρασαν α ν ε π ι σ τ ρ ε π τ ί, τουλάχιστον για τους πολλούς....Ξέρω έναν κύριο γύρω στο 65 που έχει πλέξει όλη την προίκα της κόρης του με βελονάκι. Έχω κι έναν ξάδερφο -γύρω στα 40 σήμερα - που όταν είμασταν παιδιά ενώ τα άλλα αγόρια έπαιζαν με στρατιωτάκια, εκείνος κεντούσε καμβάδες!!! Βέβαια, όταν συνειδητοποίησε ότι αυτή η απασχόληση ήταν "γυναικεία" τα παράτησε!!!
ReplyDeleteΣημασία έχει να κάνεις πράγματα που σε εκφράζουν...
(Χαρά στο κουράγιο σου να αντιγράψεις ένα τόσο μεγάλο κείμενο!)